Θέατρο σκιών στην αρχαία Ελλάδα

Σε αντίθεση προς τη γενικά καθιερωμένη εκδοχή ότι χρειάστηκε να περάσουμε από μια μακραίωνη υποδούλωση στους Τούρκους, για ν’ αρχίσουμε να παίζουμε με τις σκιές, οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι οι αρχαίοι Έλληνες ήταν εξαιρετικά εξοικειωμένοι με τη δραματουργία του Θεάτρου σκιών. Ας αναφέρουμε μερικά παραδείγματα:

Α) Από την επική ποίηση: Ήδη ο Όμηρος συγκροτεί την περίφημη ραψωδία λ της Οδύσσειας, όπου παίζεται μια δραματική σκηνή με πρωταγωνιστή τον Οδυσσέα και μια σειρά από σκιές πεθαμένων ανθρώπων, που πλησιάζουν, πίνουν αίμα, μιλούν, μοιρολογούν, προφητεύουν, συμβουλεύουν κλπ. Αυτή η σκηνή βασίστηκε προφανώς στην αρχαιοελληνική πεποίθηση ότι οι νεκροί επιζούν σε ένα «κόσμο σκιών», όπου δεν πλησιάζει ποτέ ο ήλιος με τις λαμπρές του ακτίνες (λ 16). Οι νεκρικές σκιές είχαν αποκτήσει για τους αρχαίους Έλληνες μια αυθύπαρκτη υπόσταση, πέρα από οποιαδήποτε ηλιακή προσέγγιση.

Β) Από τη λυρική ποίηση: Ένας λυρικός ποιητής, ο Πίνδαρος, θα συλλογιστεί βαθιά αυτή τη θρησκευτική πεποίθηση, για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο κόσμος όχι μόνο των πεθαμένων αλλά και των ζωντανών ανθρώπων δεν είναι τίποτα περισσότερο από το όνειρο μιας σκιάς. Λέει κατά λέξη: «σκιάς όναρ άνθρωπος» (Πυθιον. 8, 95). Αυτός δεν είναι ένας πεσιμιστικός ισχυρισμός, διότι αμέσως ο ποιητής συμπληρώνει αυτή τη σκέψη λέγοντας ότι μόλις πλησιάσει στον άνθρωπο μια θεόσταλτη λάμψη, τότε ένα λαμπρό φέγγος διαφωτίζει τον άνθρωπο – και να που η ζωή του γίνεται εύκολη! Αυτή η θεατρική εικόνα φαίνεται να προσδοκά μια θεϊκή διέξοδο από τον ονειρικό κόσμο των σκιών, προκειμένου να επιτευχθεί ένα αίσιο τέλος (happy end).

Γ) Από την τραγική ποίηση: Οι τραγικοί ποιητές της αρχαιότητας θεωρούν σχεδόν αυτονόητη την ταύτιση των ανθρώπων με τον κόσμο των σκιών. Ο Αισχύλος (Αγαμέμνων 1327-9) ισχυρίζεται ότι ακόμα και αν κάποιος άνθρωπος ζει ευτυχισμένος, μια ελάχιστη σκιά είναι αρκετή για να μεταστραφεί αυτή η ευτυχία στο αντίθετό της· και με μια εξαίρετη θεατρική εικόνα παρομοιάζει τη δυστυχία με ένα υγρό σφουγγάρι που «επιβάλλεται και σβήνει τη γραφή». Στο ίδιο θεατρικό είδος σκιών κινείται και ο Σοφοκλής (δες π.χ. τον Αίαντα 125-6) και ο Ευριπίδης (Μήδεια 1224 κ.ε.).

Δ) Από τη φιλοσοφική ποίηση: Ο στοχαστής Παρμενίδης ο Ελεάτης ξεκινά το δικό του ποίημα με μια μεγαλεπήβολη παράσταση σκιών: Περιγράφει τον εαυτό του να καθοδηγείται από φρόνιμες φοράδες που σέρνουν το άρμα του και κατορθώνουν να το βγάλουν από την περιοχή της ανθρώπινης νύχτας. Σ’ αυτό το ταξίδι συνοδεύεται από τις κόρες του ήλιου («Ηλιάδες»), που με μια συμβολική κίνηση σπρώχνουν με τα χέρια τις καλύπτρες που φορούσαν στο κεφάλι κι έτσι αποκαλύπτονται στο φως. Όταν φτάσουν σ’ εκείνο το μεταίχμιο («πύλη»), όπου η νύχτα παραχωρεί τη θέση της στη μέρα, οι κόρες του ήλιου με την ευφράδειά τους πείθουν την κλειδοκράτορα Δικαιοσύνη να σπρώξει τον πάσσαλο, για ν’ ανοιχτεί η πύλη. Μέσα από το «χάσμα» που προκύπτει, ο ποιητής θα οδηγηθεί σε μια θεά που θα τον υποδεχτεί και θα τον μυήσει στην αταλάντευτη θεϊκή αλήθεια και στις ευμετάβλητες ανθρώπινες αντιλήψεις.

Ε) Από τη μυθική-φιλοσοφική σκέψη: Το θεατρικό δράμα που έγραψε ο Πλάτωνας, γνωστό ως «παραβολή του σπηλαίου» (Πολιτεία 514 κ.ε.), παίζει επίσης με τις σκιές – που είναι τάχα ο δικός μας κόσμος και όχι ο κόσμος των νεκρών – και με το αλλότριο φως του αληθινού κόσμου. Όσο παραμένουμε δεσμώτες μέσα στο σπήλαιο, δεν μπορούμε να στρέψουμε το κεφάλι προς το φως, γι’ αυτό κοιτάζουμε πάνω στον τοίχο που βρίσκεται μπροστά μας μόνο τις σκιές όσων συμβαίνουν πίσω μας. Η επίπονη προσπάθεια ενός δεσμώτη, να απαλλαγεί από τα δεσμά και να στραφεί προς το φως, να συρθεί έως την εκτυφλωτική έξοδο της σπηλιάς και στη συνέχεια να επανέλθει στο σκοτάδι για να «διδάξει» τη φωτεινή αλήθεια, είναι ένας συγκλονιστικός μυητικός μύθος περί του φωτός και του σκότους ή «περί παιδείας και απαιδευσίας» (514a).

Ίσως χρειάζεται να λάβουμε σοβαρά υπόψη μας την τέχνη και την τεχνική αυτών των αρχαιοελληνικών δραμάτων σκιάς.

                                                                                                                                                        Γιάννης Τζαβάρας




Κώστα Μπίρη: "Ο Καραγκιόζης. Ελληνικό λαϊκό θέατρο".

Ανάτυπο από τη Νέα Εστία  52 (1952), σελ. 4:

     "Μπορούμε να διατυπώσωμε την υπόθεσι ότι η τεχνική του θεάτρου των σκιών ανάγεται στα Ελευσίνεια μυστήρια, αν προσέξωμε ότι τα χαρακτηριστικά της ταιριάζουν απόλυτα με τις λιγοστές πληροφορίες που έχομε για την κυριώτερη τελετουργία τους. Αν προσέξωμε δηλαδή ότι υπάρχει σ' αυτήν η "εναλλαγή φωτός και σκότους" και μπορεί ο μύστης, αθέατος ο ίδιος πίσω από το πάνινο προπέτασμα, που φωτίζεται από μέσα με μια σειρά από λυχνάρια, να εμφανίζη επάνω σ' αυτό σκιές ανθρώπων, θεών και τεράτων και να κατευθύνη, κατά υποβλητικό τρόπο, τα δεικνύμενα, τα δρώμενα και τα λεγόμενα.

     Μυστηριακό θέατρο σκιών παίζεται έως σήμερα σε θρησκευτικές γιορτές στο Θιβέτ και στην Ινδονησία, κατά προαιώνια παράδοσι των ινδικών θρησκειών. Από τις φιγούρες του, που είναι αριστουργήματα οργιαστικής δαιμονοπλαστικής και διακοσμητικής συγχρόνως φαντασίας, έχοντας κανείς υπ' όψι του την αρχαία ελληνική ζωγραφική σε μυθολογικά θέματα, μπορεί να διανοηθή τι περίπου θα ήταν το μυστηριακό θέατρο των Ελευσινίων."

     [Στο ίδιο άρθρο ο Κώστας Μπίρης ανιχνεύει στοιχεία ανάλογα με του Καραγκιόζη στις κωμωδίες του Αριστοφάνη: "Βάτραχοι", "Σφήκες", "Ειρήνη", "Όρνιθες" και "Νεφέλες"].

Make a Free Website with Yola.